Του Νίκου Βασ. Χατζηευστρατίου[i]
Σ’ αυτήν την περίοδο των ιπτάμενων γαλακτοκομικών το να βλέπεις άρθρο βουλευτή σε τοπική εφημερίδα είναι ευχάριστη έκπληξη. Γιατί, αν μη τι άλλο, χρειάζεται τόλμη να βγεις και να πεις τη γνώμη σου, όταν το μόνο που βλέπεις στα μάτια των πολιτών είναι απαξίωση και καχυποψία. Ειδικά όταν αναφέρεσαι στον Νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Έκπληξη δοκίμασα και ‘γώ όταν είδα στην εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ άρθρο κυβερνητικού βουλευτή με τον τίτλο: «Η κυβέρνηση θέλει και μπορεί να άρει την καχυποψία των πολιτών για τον πολιτικό κόσμο».
Έκπληξη δοκίμασα και ‘γώ όταν είδα στην εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ άρθρο κυβερνητικού βουλευτή με τον τίτλο: «Η κυβέρνηση θέλει και μπορεί να άρει την καχυποψία των πολιτών για τον πολιτικό κόσμο».
Οι οριακές ρυθμίσεις
Ο αρθρογράφος βουλευτής εστιαζόταν στις οριακές ρυθμίσεις που μπορούν να γίνουν στον Νόμο 3126/2003 (τον γνωστό Νόμο περί ευθύνης Υπουργών) που είναι ουσιαστικά η εκτέλεση του άρθρου 86 του Συντάγματος και το οποίο δεν μπορεί να αλλάξει μέχρι την επόμενη Βουλή. Οι ρυθμίσεις αυτές έχουν να κάνουν σε γενικές γραμμές με κατάσχεση του οικονομικού οφέλους που προέκυψε από την κυβερνητική δραστηριότητα, την δημιουργία Γνωμοδοτικού συμβουλίου και την δέσμευση κάθε λογαριασμού. Υποκύπτω στον πειρασμό να ασχοληθώ για πρώτη (και ίσως τελευταία φορά) για πράγματα που με ξεπερνάνε (δεν είμαι συνταγματολόγος ούτε καν νομικός) καταθέτοντας μερικές σκέψεις που έχω κάνει, ζητώντας ταυτόχρονα την επιείκεια όσων θα διαβάσουν αυτό το κείμενο.
Ας δούμε πως διοικούμαστε σήμερα. Κατ΄ αρχήν υπάρχει η Βουλή. Αυτή εκλέγει κυβέρνηση Χωρίς άνετη πλειοψηφία δεν είναι δυνατή η άσκηση εξουσίας. Ψηφίζει Νόμους. Έχει κομμάτι της δικαστικής εξουσίας παραπέμποντας ουσιαστικά βουλευτές ή υπουργούς στη δικαιοσύνη ή απαλλάσσοντας πρακτικά βουλευτές από δυσάρεστες δίκες με την πρόφαση της ασυλίας, τροφοδοτεί με στελέχη την κυβέρνηση τα οποία όσο είναι υπουργοί δεν έχουν καμιά υποχρέωση να παραιτηθούν από το αξίωμα του βουλευτή. Έχουμε δηλαδή ένα εκλεγμένο σώμα από το οποίο πηγάζει η Νομοθετική εξουσία αλλά και κομμάτια της εκτελεστικής και της δικαστικής. Δηλαδή αυτός που συντάσσει τους Νόμους είναι και αυτός που τους εκτελεί αλλά και αυτός που ελέγχει την τήρησή τους. Δηλαδή όποιος παρανόμησε και ανήκει στο σώμα αυτό μπορεί θεωρητικά να αλλάξει τους νόμους που παρέβη ή να ζητήσει να απαλλαγεί «δικαζόμενος» από τον ίδιο. Έχουμε δηλαδή μια ομάδα ανθρώπων δομημένη τσαπατσούλικα που έχει συγκεντρώσει όλες τις εξουσίες στα χέρια της. Μια στυγνή αιρετή ολιγαρχία.
Τα προϊόντα του πολιτεύματός μας
Τα αποτελέσματα της παραπάνω σχεδόν σατανικής σύλληψης είναι ήδη ορατά. Κατ’ αρχήν η παραγωγή νομικού έργου έχει προβλήματα. Πως μπορεί κάποιοι νόμοι να είναι καλοί όταν συζητούνται από πέντε κατά μέσο όρο ανθρώπους; Και γιατί μόνο πέντε; Διότι οι ίδιοι νομοθέτησαν έναν κανονισμό της Βουλής σύμφωνα με τον οποίο μπορούν να μην πάνε στη δουλειά τους και να πληρώνονται κιόλας. Πως το κατάφεραν: Είπαμε Γιάννης κερνά Γιάννης πίνει. Το γεγονός ότι η άσκηση εκτελεστικής εξουσίας, το υπουργιλίκι δηλαδή γίνεται από την ίδια παρέα ατόμων δίνει την δυνατότητα σ’ όλους αυτούς να έχουν άτυπη πρόσβαση στην εκτελεστική εξουσία. Μια πρόσβαση που δίνει δύναμη που ξεκινά από τις προσλήψεις στο δημόσιο για να καταλήξει σε ποικιλόμορφες ανομίες κλίμακος. Ούτε δηλαδή η εκτελεστική εξουσία ασκείται σωστά. Ακόμη η δικαστική εξουσία που επίσης άτυπα και τυπικά ασκείται έχει εξοργιστικά παρατράγουδα. Από την βουλευτίνα που προστατεύθηκε και δεν χρειάσθηκε να πάει για περίπτωση οικογενειακής αντιδικίας στο δικαστήριο (και το συνεπαγόμενο πρόστιμο από το Ευρωπαϊκό δικαστήριο που χρεώθηκε σε όλους μας) μέχρι σκάνδαλα στρατιωτικού εξοπλισμού που δεν δικάσθηκαν ούτε πρόκειται να διαστούν ποτέ. Ούτε δικαιοσύνη αποδίδεται λοιπόν.
Ο επιβαλλόμενος διαχωρισμός των εξουσιών
Μπορεί να γίνει κάτι; Φυσικά. Να ξεχωριστούν οι εξουσίες. Δηλαδή η βουλή μόνον να νομοθετεί. Ούτε να δίνει ψήφο εμπιστοσύνης ούτε να επανδρώνει την κυβέρνηση ούτε να παρέχει ασυλίες για τροχαία υπό την επήρεια αλκοόλ. Δεδομένου δε ότι οι Νόμοι είναι πλέον μεταφορά Νόμων ενός υπερκρατικού οργάνου (ΕΕ) στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, εκατό άνθρωποι είναι υπεραρκετοί. Εκατό βουλευτές και πέντε μεταφραστές. Ή ακόμη καλύτερα και ένα μεταφραστικό Software. Συνεπάγεται ότι 400 υπάλληλοι στη βουλή είναι υπεραρκετοί. Σε καμιά περίπτωση οι 1700 που είναι σήμερα.
Ο πρωθυπουργός θα εκλέγεται απ’ ευθείας από τον λαό και θα διορίζει υπουργούς απ’ οπουδήποτε εκτός από τους εκατό της Βουλής. Θα διοικεί κατά Νόμο. Νόμο που πιθανώς να τον πρότεινε αυτός και οι υπουργοί του αλλά κατά κανένα τρόπο δεν τον εψήφισε ο ίδιος.
Εξεταστικές επιτροπές και κάθε μηχανισμό ελέγχου τον αναλαμβάνει η δικαστική εξουσία. Από απλή ΕΔΕ μέχρι σκάνδαλο προμηθειών. Φυσικά μετά απ’ αυτά δεν θα υπάρχει κανένας λόγος να δίδεται οποιασδήποτε μορφής ασυλία σε κανέναν.
Μπορούμε να σκεφθούμε την θεσμοθέτηση ή όχι ενός σώματος γερουσίας. Να δούμε δηλαδή αν έχουμε ανάγκη ένα ολιγομελές συμβούλιο (άντε και 30 άτομα) πολιτών που θα εκλέγονται με άμεση ψηφοφορία, θα είναι σαφώς μιας ηλικίας και μιας πολιτικής διαδρομής, οι οποίοι θα συγκροτούν ερευνητικές επιτροπές αναλαμβάνοντας την διαδικασία της λογοδοσίας υπουργών και πρθυπουργού, θα προτείνουν (αλλά δεν θα ψηφίζουν) Νόμους και θα έχουν λόγο (αλλά όχι τον τελευταίο) στην ψήφιση του προϋπολογισμού. Εννοείται ότι δεν θα υπάρχει πρόεδρος.
Η μονιμότητα
Φυσικά κανείς δεν θα έχει δικαίωμα για παραπάνω από δύο συνεχόμενες θητείες ή τρεις συνολικά σε κάποιο αξίωμα είτε αυτό είναι του βουλευτή είτε του γερουσιαστή είτε του πρωθυπουργού ούτε καν του Δημοτικού Συμβούλου ή του Δημάρχου. Και προφανώς κανείς δεν θα δικαιούται σύνταξη από την πολιτική του δραστηριότητα. Αν κάποιος θέλει να παραμείνει πολιτικός θα αλλάζει θέσεις σ’ αυτό που λέγεται κρατική μηχανή δίνοντας ξανά και ξανά εξετάσεις ικανοτήτων.
Αυτά σκέφτηκα. αυτά διατύπωσα. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να τα λάβει στα σοβαρά. Δεν είμαι παρά ένας μεσήλικας επαρχιώτης Πολιτικός Μηχανικός.
ΥΓ. Μερικές μέρες μετά και από το γράψιμο του παρόντος είδα στις εφημερίδες ντόπιο συνάδελφο του προηγούμενου πολιτικού να δηλώνει τα ίδια περίπου πράγματα. Τελικά δεν ήταν υπόθεση τόλμης. Μοίρασμα ρόλων σε παράσταση ήταν.
[i] Ο Νίκος Βας. Χατζηευστρατίου είναι πολιτικός Μηχανικός. Ζει και εργάζεται στη Βέροιας. Τον βρίσει κανείς στο 6947182707 ή το hadjides@otenet.gr. Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στην ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ πριν μια βδομάδα.
όπως αντιλαμβάνομαι τις σκέψεις σου και πού προσπαθείς να οδηγήσεις τον αναγνώστη με τη λογική που εκθέτεις παραπάνω, πέφτεις μάλλον στην παγίδα να εξηγήσεις τα καλώς στημένα και να βελτιώσεις τα μη επιδεχόμενα βελτίωσης. Το παράδειγμα ας πούμε ενός ολιγομελούς οργάνου (γερουσίας) δεν κάνει τίποτα άλλο απ'το να προσθέτει ένα ακόμα όργανο, το οποίο θα προσθέτει στο ήδη περίπλοκο κοινοβουλευτικό μας σύστημα, τροφή και για άλλες πελατειακές σχέσεις. Τι θα πει να το απαρτίζουν άνθρωποι μιας πολικής διαδρομής; Τι θέλουμε γκουρού της πολιτικής; Πως ορίζεται η διαδρομή;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπιπλέον σε τι μπορεί να διαφοροποιείται στην ουσία η μετατροπή της δημοκρατίας μας από προεδρευομένη σε Προεδρική (πχ ΗΠΑ) ή ημιπροεδρική (Γαλλία); Ζητούμενο μάλλον είναι να δούμε πως η άσκηση εξουσίας θα μετακυλιστεί στους πολίτες. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, ο στόχος πρέπει να είναι η εγκατάσταση αμεσοδημοκρατικών μηχανισμών στην άσκηση της εξουσίας και η ενδυνάμωση της αυτοδιοίκησης μέσα από θεσμούς όπως συμμετοχικός προϋπολογισμός,δημοψηφίσματα, εναλλαγή, λογοδοσία όπως πολύ σωστά το βάζεις και άλλα πολλά.
Η λογική αυτή μάλιστα θα μπορούσε να φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε η τοπική αυτοδιοίκηση να νομοθετεί κιόλας. Αν δεν αποφασίσει αυτή για τα του οίκου της ποιος θα το κάνει; Ας επιτρέπονται και τοπικά δημοψηφίσματα. Ας αλλάξει η αντιπροσώπευση. Ας ανοίξει η άσκηση εξουσίας στους πολίτες. Φτάνουν πια οι επαγγελματίες πολιτικάντηδες. Μας κούρασαν.
Πάντως με αυτές τις σκέψεις θέλω να δείξω ότι όλοι οι πολύ σωστά τοποθετημένοι προβληματισμοί σου ίσως κατόπιν αυτών πάνε στις καλένδες και αυτοί όπως και τα χιλιάδες ποινικά αδικήματα των εξουσιαζόντων.
Κατ’ αρχήν με τιμά που αφιέρωσες τον χρόνο σου.
ΔιαγραφήΑς πάρουμε όμως τα πράγματα ένα ένα.
Όσον αφορά στην Νομοθετικό ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υπάρχει στο μέτρο που αυτή ψηφίζει κανονιστικά κείμενα. Θέλει πολύ δουλειά από μέρους πολιτών και κομμάτων προκειμένου η τοπική Αυτοδιοίκηση να πετύχει σ’ αυτόν τον απλό ρόλο προκειμένου να διεκδικήσει ισχυρότερα και καθοριστικότερα καθήκοντα.
Ας έρθουμε στο παράδειγμα της Γερουσίας. Τέτοιο όργανο προβλεπόταν σε κάποια συντάγματα των αρχών του εικοστού αιώνα. Σ’ αυτό οφείλουν να μεταφερθούν όλες οι αρμοδιότητες που περιλαμβάνονται στην λογοδοσία. Και αυτό γιατί δεν μπορείς να λογοδοτείς στον εαυτό σου (Βουλή προς Βουλή ή Υπουργοί προς μια Βουλή που βγάζει και Υπουργούς)) αλλά και δεν μπορείς να έχεις ένα σώμα που παίζει τον ρόλο του Νομοθέτη και ταυτόχρονα αυτόν του ελεγκτή/δικαστή. Το σώμα της Γερουσίας με αυτές τις αρμοδιότητες μας απαλλάσσει από το άγος του άρθρου 84 (ή 86 διόρθωσέ με) περί απαλλαγής των Υπουργών από κάθε ευθύνη.
Συνεχίζουμε με την θέσπιση του ασυμβίβαστου της ιδιότητας Υπουργού και Βουλευτή. Λογικό πέρα για πέρα. Αποτελεί αιτιατό αρχών που όρισε ο Μοντεσικιέ (1689-1755). Δηλαδή τον διαχωρισμό των εξουσιών. Εν προκειμένω της Νομοθετικής από την Εκτελεστική. Αν το σκεφθείς υπουργός σημαίνει υπό το έργον. Είναι δηλαδή ένας λειτουργός με συγκεκριμένη αποστολή άρα και συγκεκριμένο βιογραφικό. Η επιλογή του λοιπόν οφείλει να ακολουθεί εντελώς μετρίσιμα κριτήρια. Το πιο άστοχο κριτήριο λοιπόν για την επιλογή και την τοποθέτησή του θα ήταν να είναι εκλεγμένος. Ποιός θα τον επιλέγει; Μα φυσικά ο προϊστάμενος του στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας όποιος κι αν είναι αυτός με υποχρέωση εξέτασης της επιλογής του εκ μέρους της Γερουσίας ή και της Βουλής.
Τα δύο παραπάνω κάνουν από μόνα τους πιο αποκεντρωμένη την άσκηση εξουσίας. Βουλευτές και υπουργούς υπευθυνότερους και κυρίως εστιασμένους σε πιο συγκεκριμένα καθήκοντα. Αυτή άλλωστε είναι και η ουσία της Δημοκρατίας: Να μοιράζει τις εξουσίες σε τρόπο ώστε να μην υπάρχουν ανεξέλεγκτες ομάδες άσκησής της. Αλλά αν το καλοσκεφτείς ο Μοντεσκιέ περιέγραψε μέσω των αρχών που διατύπωσε όχι μόνον μια αστική Δημοκρατία αλλά και μια ευνομούμενη Μοναρχία. Στο κάτω κάτω της γραφής η Δικαιοσύνη ή Ελευθερία και η Αποδοτικότητα απ’ ότι τελικά φαίνεται είναι τα κύρια ζητούμενα.
Μετά από αυτό οφείλω να σχολιάσω το ευγενικό όραμα της άμεσης Δημοκρατίας. Αν η κοινοβουλευτική δημοκρατία ή αιρετή ολιγαρχία δηλαδή έχει κανόνες που πρέπει να τηρηθούν η άμεση Δημοκρατία (όντας πιο ευαίσθητη) πως μπορεί να εφαρμοσθεί χωρίς κανόνες που θα δοκιμασθούν και θα διορθωθούν ή θα αντικατασταθούν ή θα απορριφθούν; Για να μπορέσεις να μπεις λοιπόν στην διαδικασία αυτή πρέπει να έχεις πρώτα μάθει να βελτιώνεις ένα απλούστερο πολίτευμα όπως αυτό που λέμε κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Αλλιώς είναι σα να προσπαθούμε να ανεβούμε την σκάλα πηδώντας πέντε πέντε τα σκαλιά. Κινδυνεύουμε να γκρεμοτσακιστούμε.