Αντέγραψα το άρθρο από εδώ. Δεν είναι ανάλυση τόσο όσο οδηγός συμπεριφοράς. Το βρήκα χρήσιμο
Η ψυχογένεση της εθνικής μειοδοσίας
Οι εθνικοί μειοδότες έχουν τις ρίζες τους στην Τουρκοκρατία και τον κοτζαμπασισμό.
του Μανώλη Σκούληκα
Συχνά ερχόμαστε σε επαφή με κάποιους ανθρώπους που με περισσή χαρά καταβαραθρώνουν την Ελλάδα και τους Έλληνες προτείνοντας ότι δεν είμαστε σε θέση να πέτυχουμε τίποτα σε αυτή τη χώρα, είμαστε καταδικασμένοι και είμαστε και υπεύθυνοι για όλα μας αξίζουν να πάθουμε. Παράλληλα θα θαυμάσουν άλλους λαούς και πολιτισμούς, αναδεικνύοντας τους ως ανώτερους και καταλήγουν είτε σε μια μηδενιστική απελπισία, είτε σε μια παραληρηματική «δικιά τους ιδέα» που κυμαίνεται μεταξύ δρακόντειων και αιθεροβαμόνων «μέτρων». Προφανώς δεν μιλάμε για μια ρεαλιστική και εποικοδομητική κριτική, αλλά για μια ακραία νιχιλιστική καταβαράθρωση οτιδήποτε Ελληνικού.
Οι εθνικοί μειοδότες έχουν τις ρίζες τους στην Τουρκοκρατία και τον κοτζαμπασισμό. Ένας λαός που καταπιέζεται στυγνά, αναπτύσσει ένα μαζοχιστικό ψυχολογικό υπόβαθρο όπου η συνεχής καταπίεση τον κάνει να αναπτύξει μια ψευδαίσθηση ότι η τιμωρία αυτή του αξίζει -όπως άλλωστε δεν παύει να τον διαβεβαιώνει ο σαδιστικός του τύραννος- και μαθαίνει να εκτονώνεται απέναντι στο «λάθος φατική» και όχι στον πραγματικό καταπιεστή του. Έτσι μαθαίνει συστημικά να ρίχνει τις ευθύνες είτε:
α/ στον εαυτό του (διατηρώντας έτσι και μια ψευδαίσθηση ότι είναι τελικά ο ίδιος κύριος της μοίρας του διατηρώντας ενδόμυχα την ελπίδα ότι αν μετανοήσει θα απελευθερωθεί από την αυτοαποκαλούμενη ταλαιπωρία του)
β/ ή σε άλλους καταπιεζόμενους (απεμπολώντας την όποια προσωπική του ευθύνη και διατηρώντας το ηθικό πλεονέκτημα απέναντι στους έτερους φταίκτες που προκαλούν «αδίκως» τον κατά τα άλλα «δίκαιο» κοινό τους καταπιεστή).
Μέσα σε ένα τέτοιο σύστημα απόλυτης καταπίεσης ο μόνος τρόπος να ανακτήσει κάποιος την αξιοπρέπεια του και να αποκτήσει έστω και κάποια πενιχρή αξία είναι η λεγόμενη «ταύτιση με τον επιτιθέμενο», μια ψυχολογική διεργασία όπου ένα άτομο είτε μιμείται την βαναυσότητα του καταπιεστή του ώστε να τον νικήσει είτε συμμαχεί μαζί του ασπαζόμενο την ιδεολογία του -σε ένα δια βίου σύνδρομο της Στοκχόλμης- ώστε να μειώσει την καταπίεση και να απολαύσει την ανταμοιβή για την προδοσία του με οικονομικά αλλά περισσότερο εξουσιαστικά προνόμια. Για παράδειγμα κατά την Τουρκοκρατία όσοι ακολουθούσαν την πρώτη επιλογή γίνονταν κλέφτες ενώ όσοι ακολουθούσαν τη δεύτερη γίνονταν δραγουμάνοι και κοτζαμπάσηδες που κατέληγαν να καταπιέζουν το ίδιο τους το έθνος προς χάρη του αλλοθρήσκου τυράννου. Οι πιο διεφθαρμένες οικογένειες αποκτούσαν έτσι εξουσία και αναγνώριση της αξιοπρέπειας τους (πάντα έως ένα σημείο μόνο). Ο συστημικός αυτός ρόλος διαβρώνει ανεξίτηλα και αλλοτριώνει βαθιά όσους τον υπηρετούν, ριζώνοντας μέσα στην οικογενειακή ιστορία το ρολό του εθνικού προδότη με τον οποίο ταυτίζονται ασυνείδητα όλοι οι απόγονοι μέχρι αυτή η παλαιά αμαρτία να αναδειχθεί και να καθαρθεί. Δυστυχώς για την Ελλάδα όχι μόνο δεν έχει αναδειχθεί αυτή η εγκαθιδρυμένη δυναμική αλλά όλη η πολιτική ζωή του τόπου έχει οικοδομήσει επάνω σε αυτήν. Από την συνέλευση των συνέλευση η αντιπροσώπευση του ελληνικού λαού παραδόθηκε στους κοτζαμπάσηδες που εντέχνως την διατήρησαν και την μεταμφίεσαν ανά τους αιώνες διαβρώνοντας την πολιτική ζωή του τόπου μας όχι μόνο ευκαιριακά αλλά και συστημικά. Μόνο δεύτερης γενεάς γόνοι ή εξ συστημικοί διάττοντες αστέρες έχουν την ελπίδα να διαφύγουν από αυτήν τη μάστιγα και να οδηγήσουν τη χώρα στην ανάκτηση της εθνικής της αξιοπρέπειας. Έτσι έχουμε την αναπαραγωγή του καταπιεστικού συστήματος διακόσια χρόνια αφού διώξαμε τον Τούρκο. Σε αυτά τα πλαίσια ταύτισης οι εθνικοί μειοδότες ενδοβάλλουν την Τουρκική υποτίμηση για τους υπόδουλους λαούς και αυτοτιμωρούνται για να προλάβουν το καμτσίκι του Τούρκου που αν και απών πλέον, ακόμα τον κουβαλάνε μέσα στην ψυχή τους.
Επιπροσθέτως ο ελληνικός ναρκισσισμός – θλιβερό ίδιον της ελληνικής ψυχοσύνθεσης και Νέμεσις του λαού μας- έχει ως ακρογωνιαίο λίθο του, τους υψηλότατους πήχεις και την επακόλουθη βάναυση υποτίμηση όσων δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτά τα υπεράνθρωπα δεδομένα. Αυτή η στυγνή και άτεγκτη ισοπέδωση οτιδήποτε δεν είναι τέλειο συναντάται ομού στους υπερεξιδανικευτικούς διανοουμένους και στους λαϊκούς «ελληνάρες» του καφενείου που με περισσή ευκολία καταβαραθρώνουν ένα λαό που προσπαθεί να επουλώσει τα συστημικά του τραύματα και προτείνουν κάποια λύση εξίσου αυταρχική με τον Οθωμανό δυνάστη, με την όποια φυσικά δεν χάνουν την ευκαιρία να ταυτιστούν προβολικά. Αυτοί οι αυτόκλητοι εθνικοί τιμητές και μέντορες όπως και οι «πρωθυπουργοί του ενός εικοσιτετράωρου» είναι στην πραγματικότητα ασυνείδητα όργανα της συστημικής μαζοχιστικής υποδούλωσης της Τουρκοκρατίας.
Πως αντιμετωπίζονται λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι; Σε προσωπικό επίπεδο και κατά το βαθμό που αξίζει στην εκάστοτε συγκυρία να τους απαντήσουμε, είναι σημαντικό καταρχήν να γνωρίζουμε τον τρόπο σκέψεως τους που παραθέσαμε παραπάνω., ειδάλλως ξεκινάμε από την λάθος παραδοχή ότι και αυτοί διακατέχονται από φιλοπατρία και λογική. Κατόπιν να τους αφήνουμε χώρο να αποκαλύψουν τα σαθρά τους ιδεολογήματα ώστε να αυτοπαγιδευθούν. Όλοι αυτοί ασθμαίνουν από την ανάγκη τους για δημηγορία που ντετερμινιστικά τους οδηγεί σε ναρκισσιστικό παραλήρημα. Αν διαθέτουμε τη στοιχειώδη υπομονή να μην τους αντικρούσουμε για δέκα μόνο λεπτά (και ιδανικά να τους ενθαρρύνουμε να εκθέσουν τις απόψεις τους) θα τους δώσουμε το σκοινί με το οποίο θα κρεμαστούν από μονοί τους. Όταν πια κρίνουμε ότι έχουν ήδη εκτεθεί ανεπανόρθωτα (αυτό θα το δούμε και από τις αντιδράσεις των αντιδράσεις των υπολοίπων συνδαιτημόνων μας) τότε έχει έρθει η ώρα να κλωτσήσουμε το σκαμνί κάτω από τα πόδια τους απλά εξηγώντας ότι οι ναρκισσιστικές απαιτήσεις τους ταπεινώνουν άδικα και δυσανάλογα έναν λαό που δεν μπορεί να καταδικαστεί συλλήβδην επειδή δεν ικανοποιεί τις μεσσιανικές τους προσδοκίες. Στο τέλος μπορούμε να βάλουμε και το τελευταίο καρφί στο φέρετρό τους αντιπαραθέτοντας την δική τους ανικανότητα να εμπνεύσουν την ομήγυρη μας, ποσό μάλλον οποιαδήποτε ευρύτερη ομάδα. Σε αυτό το σημείο θα εκτροχιαστούν και είναι η κατάλληλη στιγμή να αποχωρήσουμε από την παρέα αφήνοντας τους να εκτεθούν περαιτέρω με την λάσπη που θα εκτοξεύσουν προς εμάς. Γιατί όπως έχει τονίσει και ο Bernard Shaw «όταν παλεύεις με ένα γουρούνι μέσα στις λάσπες, σύντομα συνειδητοποιείς ότι το γουρούνι αυτό το απολαμβάνει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε στα Ελληνικά,Ιταλικά,Αγγλικά αντε και Γερμανικά. Όχι greeklish ρε παιδιά!